Новогреческий словарь
αδέρφι
αδέρφι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αδέρφι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεγαλομανία
—
διάταμα
—
Σκωτσέζα
—
λαθράκιασμα
—
γενολόγι
—
φυσικοπυρηνικός
—
ασπούδαχτος
—
απελπισία
—
έκρηξη
—
σκοίνο
—
ταβανόβουρτσα
—
αμαγάριστος
—
θωρακισμένος
—
ξυλαράκι
—
ανατομή
—
μισογυνισμός
—
ξαγναντεύω
—
κυτταρόπλασμα
—
αντίβολο
—
μπεγεντίζω
—
σπαρτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве