Новогреческий словарь
διχαστικά
διχαστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διχαστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κατάλευκος
—
καλοκαίριασμα
—
άνοστα
—
γλυκοκοίταγμα
—
ημίκλιντος
—
παροιμία
—
γλιγούδι
—
μεταρρύθμιση
—
επισανιδώνω
—
σκούρος
—
έλκυστρον
—
χιονόσφαιρα
—
σύμφωνος
—
αρχαιοφύλαξ
—
ψιχαλίζει
—
εύφλεκτος
—
τσάτρα-πάτρα
—
ξηλώνω
—
ρωμαλέος
—
παραπροϊόντα
—
διαχωρίζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве