|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λιθοτεχνία? — — ξίκι — σορβιά — αναδοχή — δευτερίζω — συμπαραβάλλω — νεφροσκλήρυνση — ανασύσταση — χαμογελάω — μπακαλόπουλο — αερολογώ — τεσσαρακονθήμερο — αναλγής — εκατοντάδραχμο — κρασπέδωση — εκμυζητικός — αφαιρούμαι — χτικιάζω — ρουμπινές — ρήτρα — καραφλός — λεγένι |
|||