Новогреческий словарь
αντιμιασματικός
αντιμιασματικός
дезинфицирующий, обеззараживающий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дезинфицирующий
? —
αντιμιασματικός
как на
(ново)греческом
будет слово
обеззараживающий
? —
αντιμιασματικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντιμιασματικός
? — дезинфицирующий, обеззараживающий
#
(ново)греческий словарь
—
τρίτον
—
συμμορφώνομαι
—
βραχυβιότητα
—
λαρυγγοπάθεια
—
τουρκεύω
—
απρωτοκόλλητος
—
μπανιερό
—
εγχυματικά
—
θέσμιος
—
πρακτικός
—
ψαρομάλλα
—
τραγανός
—
επιπωματικός
—
σταρένιος
—
μικροαστικός
—
ηχοεπεξεργασία
—
χαϊμαλί
—
παραχειμάζω
—
αγκαθωτός
—
συμφιλίωση
—
μελοποιός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве