|
η трусиха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трусиха? — χέστρα как с (ново)греческого переводится слово χέστρα? — трусиха — οικειοθελώς — φαινακετίνη — ανασκησία — γαμψώνυξ — βαρύφωνος — σερετιλίκι — εκατομμυριοστός — ερυθρωπός — παραξηγώ — αμαλγαμάτωση — επίκαμψις — πλευρικός — καραβόσχοινο — χρώμα — σμήριγξ — ομόχρωμος — αυτομόληση — σοδομισμός — κάταρξις — μαξιλλαράκι — παλιρροιογράφος |
|||