Новогреческий словарь
φασικός
φασικός
эл.
фазный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фазный
? —
φασικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
φασικός
? — фазный
#
(ново)греческий словарь
—
τριό
—
κυματόμετρο
—
ματαιοδοξώ
—
θαλαμηγός
—
υίόθετος
—
απομονωτήρας
—
χωνευτήρι
—
κλοιός
—
άχθος
—
ψυγείο
—
καρσιλαμάς
—
αρχοντοσυμπεθερεύω
—
συγκαταλέγω
—
εκμεταλλεύομαι
—
οστρακοφόρος
—
οξείδωση
—
αμυγδαλομάτα
—
μονοήμερος
—
γλυκόμματος
—
ανθηση
—
τραγωδός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве