|
ο компрессор, нагнетатель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово компрессор? — συμπιεστής как на (ново)греческом будет слово нагнетатель? — συμπιεστής как с (ново)греческого переводится слово συμπιεστής? — компрессор, нагнетатель — φωτοηλεκτρικός — μηχανουργία — αδόκητος — ερυθρόφαιος — μαντρίζω — δεινοποίηση — μαιευτική — βερνίκι — πρωτόγερος — μεταξού — παπάς — εσσάνς — σάλα — παραφέρομαι — οικίσκος — ηλιοστάλαγμα — ψαράδικο — ναυτολογικός — αποδότης — λυράρης — κέδρωσις |
|||