Новогреческий словарь
ακκόρδο
ακκόρδο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακκόρδο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ρεάλι
—
αυλακώτρα
—
σερέτισσα
—
σκληραγωγικός
—
βλαχοκάλυβο
—
λαγούμι
—
ξεχασμάρα
—
ηδονιστικά
—
καταναγκαστικός
—
αναγελαστής
—
ακατάπαυστος
—
εννοιάζει
—
στιλβωτής
—
αεροχείμαρρος
—
τάρταρινος
—
ιερολοχίτης
—
ενδρομίς
—
εγγίζομαι
—
αντίθετο
—
δεκαεννιά
—
ξεδιαλύνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве