Новогреческий словарь
πρωτάρικος
πρωτάρικος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πρωτάρικος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γύψ
—
παραγίνομαι
—
εικοσαετής
—
παρανόμως
—
αμόλεφτος
—
βιβλιοφύλακας
—
διαφημιστής
—
άνοστος
—
μονοσέπαλος
—
ερπετό
—
χελωνίς
—
ειρήνευση
—
αναποτελεσματικός
—
δυσδιήγητος
—
σχιστώδης
—
κούνουπας
—
εξανέστην
—
μακροκατοληξία
—
άγνωστος
—
ψαλίδισμός
—
κωδίκελλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве