|
ο меньшевизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меньшевизм? — μενσεβικισμός как с (ново)греческого переводится слово μενσεβικισμός? — меньшевизм — οικοκυροσύνη — απάνθησις — πόσιμος — κοινό — αποσκάπτω — μπουσουλάω — αντιπρόσκλησις — στιχοπλόκος — αρτοπαρασκευαστής — προτιμώντας — αποστολικά — κομπρέσα — αγγελοειδής — τσίτωμα — απόχη — καταληστεύω — οικοκυρικός — ξηροφθαλμία — υπόδημα — διαπιστευμένος — αλλαντοειδής |
|||