Новогреческий словарь
εξελέγην
εξελέγην
παθ. αόρ. от εκλέγω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξελέγην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δαφνωτός
—
πυριφλεγής
—
αποκατωθιός
—
συστένω
—
μαγκιά
—
παππουδίστικος
—
φρίκιασμα
—
ταξιφυλλία
—
κατασπιλώνω
—
ρεβανσίστας
—
περιτείχιση
—
τυφλογράφος
—
έλκυθρο
—
ημιπληγικός
—
αναρρώνω
—
ένταση
—
απαθλίωση
—
βεργίζω
—
χαλκοχυτικός
—
λιμαδόρα
—
ένταλμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве