Новогреческий словарь
έλκηθρο
έλκηθρο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έλκηθρο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντικατάστατο
—
αναγκεμένος
—
αριστειούχος
—
αεριοπροώθηση
—
αλλοιωτός
—
ναί
—
απαγωγός
—
κερασένιος
—
ταβλιστής
—
υποσημαίνω
—
ξέκρεμος
—
προπερισπωμένη
—
φαρμακοδόχος
—
καμαρωτά
—
ενδοφλεβίως
—
κανναβένιος
—
επεκτατισμός
—
ογλήγορος
—
ελεφαντοειδής
—
ψιττακίζω
—
ανθοστολίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве