Новогреческий словарь
ετμήθην
ετμήθην
παθ. αόρ. от τέμνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ετμήθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
θύμηση
—
καθυπόταξη
—
Φίλιππος
—
εξαφνικός
—
αηδόνα
—
γεροντοπάχια
—
υδατοσφαιριστής
—
γαλατιανός
—
σιγουριά
—
βερμπαλιστής
—
παράγων
—
προμηθευτικός
—
ιδανικά
—
μαχαιριά
—
ευκολοδιόρθωτος
—
τέλος
—
ευεπίδεκτος
—
ωρολόϊ
—
ημιδιαφάνεια
—
ψυχοβιολόγος
—
ισοπολιτεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве