Новогреческий словарь
ηφαιστειολογία
ηφαιστειολογία
ж.р.
вулканология
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вулканология
? —
ηφαιστειολογία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηφαιστειολογία
? — вулканология
#
(ново)греческий словарь
—
ψηλωσιά
—
λιανίζω
—
γρέκι
—
αποδειχθείς
—
ξενοδοχοϋπάλληλος
—
διαφθορείο
—
ανελήφθην
—
υποσιτίζομαι
—
σκωληκίασις
—
υπερεπείγον
—
λεπτολογικός
—
καύση
—
νοσταλγώ
—
χυτάσφαλτος
—
γιόντα
—
μαγματικός
—
πνευμονολόγος
—
άνωθεν
—
πυκνόφυλλος
—
λεγάμενος
—
εσπερίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве