Новогреческий словарь
ανηλικότητα
ανηλικότητα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανηλικότητα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πιστάκη
—
δυσκολοπέραστος
—
χλεύασμα
—
καλόπιοτος
—
επιπλοκή
—
εντευκτήριον
—
στάση
—
ξεδιψω
—
γοργάδα
—
ξυσμάρα
—
πνίξιμο
—
στοιχειωδώς
—
αλληλοδιαδόχως
—
φιλόγυνος
—
πλανητικός
—
θηλυκρέπεια
—
αυτομόρφωση
—
χασομερώ
—
αναθεματισμένος
—
συμβάλλων
—
επίπαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве