Новогреческий словарь
διαπλάτυνση
διαπλάτυνση
η
расширение
(улицы, площади)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
расширение
? —
διαπλάτυνση
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαπλάτυνση
? — расширение
#
(ново)греческий словарь
—
αποκορυφώνομαι
—
χιουμοριστής
—
παιδεμός
—
γουρουνοτσάρουχο
—
ηθολογία
—
ήμισυς
—
αργότατα
—
αποσόβηση
—
Θρακιώτισσα
—
ασαστος
—
βατσινάρισμα
—
αρωγή
—
αγγελτήριο
—
παραφόρτωμα
—
μελανιά
—
καταλαμβάνω
—
ακατάπαυστος
—
κυριακάτικος
—
αβιογένεσις
—
μέ
—
διάψευση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве