|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεγαλεπήβολα? — — συμβάλλω — σύζευγμα — γαλατάς — αλαταποθήκη — ελαφρότητα — κατούρημα — πατρογονικός — φραμένος — ανθρακαποθήκη — — μολυβδασφάλεια — σακκούλιασμα — φυσικοθεραπεία — φτωχόσπιτο — υποκειμενισμός — εγχειρητής — ακτίδα — πρόσηβος — επαδά — ασυνόψιστος — ανταπειλώ |
|||