Новогреческий словарь
κοντόμερος
κοντόμερ|ος
доживающий последние дни
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
доживающий последние дни
? —
κοντόμερος
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοντόμερος
? — доживающий последние дни
#
(ново)греческий словарь
—
ανυπομονία
—
εμπορευματοκιβωτιοφόρο
—
φυλλομετρητής ιστοσελίδων
—
τσορβάς
—
στηλιτεύω
—
διακυβέρνηση
—
αλληλοσπαραγμός
—
σπαρτό
—
εμβρίθεια
—
καμαρότα
—
αψίχολος
—
ατέλευτος
—
παλληκαρισμός
—
αμερής
—
κνίδωση
—
διάπηξη
—
αναχωνεύω
—
ανδραχλίδα
—
μπριάμι
—
αποχρωμάτισμός
—
ριζοβόληση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве