Новогреческий словарь
κατεπειγόντως
κατεπειγόντως
срочно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
срочно
? —
κατεπειγόντως
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατεπειγόντως
? — срочно
#
(ново)греческий словарь
—
αναφαίρετος
—
αφηγούμαι
—
κοιλόπονος
—
απαγωγή
—
καρδιοκλέφτης
—
αναθεματίζω
—
απρόοπτος
—
περίτρανα
—
ιδεοκρατικός
—
ιπποπόταμος
—
ατσίκνιστος
—
υπεραναμονή
—
τσεμπέρι
—
επιμελής
—
αποκτάω
—
πανιερότητα
—
ασφέρδουκλας
—
ανθότοπος
—
τυπωτικός
—
εγκαίρως
—
ερυθρομέλας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве