Новогреческий словарь
πλουτώνειος
πλουτώνει|ος
подземный
;
~ες εκρήξεις — подземные взрывы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подземный
? —
πλουτώνειος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλουτώνειος
? — подземный
#
(ново)греческий словарь
—
δέντρωμα
—
αλεξητήριος
—
διασταυρούμενός
—
Πειθώ
—
αβερταρία
—
ιεραποστολή
—
μελισσοκομία
—
αποπέθαμα
—
λιχνεύω
—
ξεσβερκώνομαι
—
αριθμογράφος
—
τήν
—
πρωτοδιοριζόμενος
—
καραπουτάνα
—
απονάρκωση
—
ματογυάλια
—
συνέβγαλμα
—
στοκάρω
—
τσιγκούνης
—
ξαδέρφη
—
λεπιδόπτερα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве