Новогреческий словарь
ελεγκτήρας
ελεγκτήρας
(-ήρος) ο тех.
контрольный прибор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
контрольный прибор
? —
ελεγκτήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελεγκτήρας
? — контрольный прибор
#
(ново)греческий словарь
—
ιατροδικαστίνα
—
προϋπολογισμός
—
αμφίσφαιρο
—
σπόδιον
—
επιτιμήτρια
—
σταλίκωμα
—
γούβα
—
στίβος
—
παραδιαβάζω
—
σελιδοποίηση
—
κακοκοιμάμαι
—
συνδέομαι
—
ωόπλασμα
—
εσένα
—
ζωοφυσική
—
βασιλόπαιδο
—
πρόβιος
—
κνίδη
—
βοσκώ
—
παραφυλάω
—
πριγκιποπούλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве