Новогреческий словарь
ιχθυοκόμος
ιχθυοκόμ|ος
ο
рыбовод
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рыбовод
? —
ιχθυοκόμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιχθυοκόμος
? — рыбовод
#
(ново)греческий словарь
—
παίξιμο
—
πείσιος
—
δοκίμιο
—
ανθόφυτος
—
επάργυρος
—
νοσήλεια
—
σκέτος
—
ουρανόπλαστος
—
παρασκευαστής
—
χρυσίο
—
σουρομαδώ
—
χειρουργώ
—
ευεξάλειπτος
—
αψύχωτος
—
αναβάλλεται
—
κερατίνη
—
κούρδισμα
—
ακρωτηριασμένος
—
φυσιοθεραπεύτρια
—
νύφη
—
ευφάνταστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве