Новогреческий словарь
συσσωρευτής
συσσωρευτ|ής
ο
аккумулятор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аккумулятор
? —
συσσωρευτής
как с
(ново)греческого
переводится слово
συσσωρευτής
? — аккумулятор
#
(ново)греческий словарь
—
μετεωρίζομαι
—
χρυσοφόρος
—
αντρειεύομαι
—
ξεστρίβω
—
προσήκων
—
αναπόλυτος
—
συνίζηση
—
εγκάρσια
—
σκάω
—
αλλιον
—
εύσπλαχνος
—
επιστεφάνωμα
—
ελευθέριος
—
θολωμένος
—
αβόλευτος
—
υφηγήτρια
—
προκάθημαι
—
απρονόητος
—
πλινθοκεραμοποείο
—
συνάγκεια
—
αναβλητέος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве