Новогреческий словарь
καρναβαλίστικος
καρναβαλίστικος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρναβαλίστικος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αψαχούλευτος
—
ένηβος
—
πλημμελής
—
ιστιοραφώ
—
επανωρραφή
—
σπερματίς
—
προαιρετικός
—
χορεύτρα
—
φοβέρισμα
—
κλάκ
—
φωναγωγός
—
μεταξοσκούληκας
—
δυσκρασία
—
μαγιάτικος
—
γιούσουρι
—
οικείος
—
επτάκις
—
αυτοτομία
—
υπερόστωση
—
εξαπολνώ
—
βυθοκόρηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве