Новогреческий словарь
δίζελ
δίζελ
η
дизель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дизель
? —
δίζελ
как с
(ново)греческого
переводится слово
δίζελ
? — дизель
#
(ново)греческий словарь
—
ιαματικός
—
κατακρεούργηση
—
χουγιαχτό
—
απόλυτα
—
δεντροφύτεμα
—
χαραμίζω
—
μελωδός
—
ίλαρχος
—
αμίαντο
—
βρετκά
—
δισέγγονος
—
νύφαρο
—
όναγρος
—
εως
—
προπαρασκευή
—
πολυέξοδα
—
προτεραιότητα
—
ακατάστρωτος
—
συμπάθεια
—
προληπτικός
—
τροπή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве