|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταδεκτικός? — — παρακεντώ — καπίστρωμα — εμφυής — γκιότσι — μαντρώνω — ἡσσάομαι — κατάρτιση — ακαδημαϊκά — τζιγέρι — άδολος — καλίφης — βασικός — συμβεβλημένος — αγγελομαχώ — ακρότομος — βραδύτερον — σταρένιος — γαγγραινικός — αμπελόφυτος — αθυρματοπώλης — ζαλικωμένος |
|||