Новогреческий словарь
κατάμεσα
κατάμεσα
:
στό ~ — посреди, посредине
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατάμεσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αυτενέργεια
—
ποικιλία
—
βαμβακομέταξος
—
ουτιδανότης
—
ειλικρίνεια
—
θυμηδία
—
μσυρομάνικος
—
γούνη
—
αλλήλους
—
τυχερό
—
γλευκαγωγός
—
μερικό
—
γλινιάρης
—
ζορμπάς
—
μαυρολογώ
—
υφαντουργός
—
επικλινής
—
δαμάλα
—
ηλεκτροπαραγωγός
—
γεραματιάζω
—
άλευρον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве