Новогреческий словарь
καπιταλάκι
καπιταλάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καπιταλάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ερημοκκλήση
—
κοπρισμός
—
αρτοβιομήχανος
—
πατάκα
—
στοκάρω
—
ισπανική
—
απότριψη
—
απελπισμένος
—
ισχυρίζομαι
—
δάρμα
—
καταζητώ
—
δρυς
—
αμαρταίνω
—
ασχημάνθρωπος
—
αγαπώντας
—
πογκρόμ
—
απόλυση
—
νικήτρια
—
προϊσταμαι
—
ενέλιξη
—
προγεύομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве