Новогреческий словарь
βοτυλίασις
βοτυλίασις
ο мед.
ботулизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ботулизм
? —
βοτυλίασις
как с
(ново)греческого
переводится слово
βοτυλίασις
? — ботулизм
#
(ново)греческий словарь
—
αβανταδόρικος
—
φαγωμός
—
αυτανάφλεκτος
—
οποσοσδήποτε
—
απασπάτευτος
—
γλυκαντικό
—
αποκεί
—
παζαρεύω
—
πουκαμισάκι
—
αναπάρνητος
—
βρικέτα
—
σαλικυλικός
—
μούγγρισμα
—
τουριστικός
—
χτύπος
—
παρωτίδα
—
διαβουκολώ
—
υπείκω
—
λακωνίζειν
—
ετοιμόρροπος
—
οφειλόμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве