|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εμπαθώς? — — επαναλαμβάνομαι — ξετινάζω — ανάγω — σανοπώλης — βαθυκόκκινος — αντώθηση — ιάσιμος — ανωνυμογράφος — τυποποιούμαι — αναμεμιγμένος — ξυλόσφυρο — λογού — ανηφορικός — μοτόρι — παραβάτης — αναδιαπλάθω — τυλώδης — βέρα — απεργιακός — κλεισώρεια — ελατός |
|||