|
вышитый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вышитый? — κεντιστός как с (ново)греческого переводится слово κεντιστός? — вышитый — γυναικοφέρνω — διατιμώ — μηλόσουπα — τοπογραφώ — ωσεί — ακροβολιστής — δούγια — καλαμοκάνα — αεροκίνητος — ανυπόχρεως — πετσοκόμματο — ρέκτης — λωτόμηλο — καρόδρομος — πλήκτρο — φρύξη — αποφασιστικά — ακριβοξετάζω — επισημοποίηση — Παναμέζος — αφροδισιολογία |
|||