|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντίζυγο? — — γαβαθιάρης — παραμικρός — βιγλίζω — ρομαντισμός — ανθοπώλισσα — πατερίτσα — τρικούβερτος — κανονικά — καθησύχαση — μεθερμηνεύω — αυτοσυντήρηση — Τσεχοσλοβακία — θησαυροφύλακας — στρέψη — μωρουδίστικος — καπελλάς — επαφέθην — σκατά — ξανθομάλλης — μώλος — προσχωματικός |
|||