|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομόζυγος? — — κτήτορας — τυμπανοκρούστης — ξεκίνημα — υβρίζω — αφάγωτος — διαλογιστικότητα — καζάνι — ξυλάγγουρο — αγωνοθέτης — αδιευκόλυντος — δωδεκαήμερον — μικροκτηματίας — απομαχικός — εικοτολογία — αλογόπετρα — ζουμιάζω — βόγγητό — ανάρπαστος — ματαγίνομαι — μονομαχώ — αυτοπροσωπογραφούμαι |
|||