Новогреческий словарь
κοντσίνα
κοντσίνα
η 1) «
концина
» (карточная игра);
2)
колода карт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
концина
? —
κοντσίνα
как на
(ново)греческом
будет слово
колода карт
? —
κοντσίνα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοντσίνα
? — концина, колода карт
#
(ново)греческий словарь
—
πυρπολημένος
—
ακαταμάχητος
—
παρεπίδημος
—
απροχώρητος
—
αλανάκι
—
ανατριψιθεραπεία
—
ένοπλος
—
καταγοητεύω
—
ζαρός
—
γαστραλγία
—
εξακοσιάκις
—
χυτοχάλυψ
—
αυτοβιογραφούμαι
—
ραβασάκι
—
εκπεσμός
—
συλλογικότητα
—
ασφαλιστικός
—
αλληλοδράνεια
—
κρουστάλλιασμα
—
αρχαιολάτρισσα
—
λευτερώνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве