Новогреческий словарь
αστεράκι
αστεράκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αστεράκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συγκεκινημένος
—
αχυρόδεμα
—
εκρηξιγενής
—
Αφρικανός
—
αετήσιος
—
προφέσορας
—
βενζινόκολλα
—
ματοτσίνωρο
—
επαναδίπλωσις
—
δακτυλιόλιθος
—
προφορικά
—
προικοδοτώ
—
συλφίδα
—
ενδορραχιαίος
—
ηχείον
—
λογοδοτώ
—
ξεβρακώνω
—
προσορμώ
—
Περσία
—
αναστολή
—
κατακύλιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве