Новогреческий словарь
γόμαρος
γόμαρ|ος
ο
осёл, скотина
(о человеке)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
осёл
? —
γόμαρος
как на
(ново)греческом
будет слово
скотина
? —
γόμαρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γόμαρος
? — осёл, скотина
#
(ново)греческий словарь
—
μαγιά
—
συγχρόνιση
—
ηδύγευστος
—
αναμαλλιάρης
—
προεκβάλλω
—
απονευρώνω
—
καψούρης
—
αβελόνιαστος
—
τρύγηση
—
εκκοπή
—
ζενιθιακός
—
ανδρώνας
—
ξέμετρο
—
πρωτομαγιάτικα
—
αλευρούχος
—
τραυματιοφόρος
—
μαγγανησιούχος
—
αριθμοθέτης
—
μεγαλούπολη
—
ξυλολατρία
—
κρασόξιδο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве