Новогреческий словарь
επιπεφυκίτιδα
επιπεφυκίτιδα
(-ιδος) η мед.
коньюнктивит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коньюнктивит
? —
επιπεφυκίτιδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιπεφυκίτιδα
? — коньюнктивит
#
(ново)греческий словарь
—
τριμελής
—
γλυκοτραγουδιέμαι
—
πρωτοκολλημένος
—
πιεστήριο
—
συνονθύλευμα
—
δυσκολοχώνευτος
—
αντιπέρα
—
αχουζούρευτος
—
παραφέρνομαι
—
απονωρίς
—
χρεωλυτικώς
—
κουρελιάρικο
—
λαμπριάτικα
—
κραταιότης
—
ζαριά
—
ενημερότητα
—
βλέψη
—
βιλαγέτιον
—
βλεφαρόπτωση
—
μαντείο
—
ρίγα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве