Новогреческий словарь
στοφυλοκοκκίαση
στοφυλοκοκκίαση
η мед.
стафилококковая инфекция
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стафилококковая инфекция
? —
στοφυλοκοκκίαση
как с
(ново)греческого
переводится слово
στοφυλοκοκκίαση
? — стафилококковая инфекция
#
(ново)греческий словарь
—
προάστιο
—
ανεφοδίαστος
—
επίτομος
—
ντερμπεντέρικα
—
χοντρογυναίκα
—
εκριζώνω
—
νεφοσκεπής
—
αθεωσύνη
—
λαρυγγοτραχείτις
—
παρέμβλημα
—
πρόδομος
—
μουρουνόλαδο
—
βρογχοσκόπιον
—
ριζόκαρπος
—
άπλενα
—
αθάρρευτος
—
τρικλοποδιάζω
—
διπλοψήφισμα
—
εκτασίμετρον
—
αγένεια
—
έξυπνο κινητό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве