Новогреческий словарь
μητροσκόπιο
μητροσκόπιο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μητροσκόπιο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εδράζομαι
—
βερβέρα
—
καλολογικός
—
προφανώς
—
αναγνωριστικά
—
σαρκοφάγα
—
ευαγγελίζομαι
—
μαλόκεδρο
—
ζατρικίζω
—
λαμπαδηδρομία
—
κλώθω
—
χρησμοδότις
—
κόρα
—
αναλαμπή
—
εννεάγοινος
—
νερομπογιά
—
ματαιολογία
—
κατεπειγόντως
—
ντροπιάρης
—
συμμορίτης
—
σταθμάρχης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве