|
имеющий форму дельты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово имеющий форму дельты? — δελτοειδής как с (ново)греческого переводится слово δελτοειδής? — имеющий форму дельты — εκτυφλωτικός — ξερόβραχος — φυγαδεύω — ποταμιά — ανομοιοκατάληκτος — κοτίσιος — υποφαρμακοποιός — ψυχοδιαγνωστικός — επεξεργάζομαι — σκαπουλαίρνω — διαπνοή — ισότητα — αξιόπρεπος — ερμαφροδισία — ομόχρονος — αγίνωτος — φυτρωμένος — θωριούμαι — βδελύσσομαι — χαλαζόπληκτος — εβένινος |
|||