|
η белошвейка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово белошвейка? — ασπρορρουχού как с (ново)греческого переводится слово ασπρορρουχού? — белошвейка — πρόσφατον — αντιφέγγω — αγχίνοια — κολπορραφή — προπέτης — χύνω — εκπληρώνω — αναρμάτωτος — κομμάρα — πλανητάριο — μελινίτις — ακρινός — φεργάδα — περβάζι — τρεχάτα — μουλάρα — βίαιος — σηψαιμικός — υπερμοιρία — καρδιαγγειογραφία — απύρετος |
|||