|
законный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово законный? — θέσμιος как с (ново)греческого переводится слово θέσμιος? — законный — ανάλλαγα — ζαχαροπλασμένος — οκνηρός — σήκωμα — οινολογικά — όριο — δικτυοπλόκος — ανιόν — αναδημοσίευση — βαθύσκιωτος — αστραποβολάω — ψευταρού — συνεκφέρω — ανενημέρωτος — σάζι — φθογγόσημο — ποπός — αξεπέραστος — αδιαβατικά — επιμολυβδώνω — ποδηλατίστρια |
|||