Новогреческий словарь
μετεωρικός
μετεωρικός
метеорный
;
~ά φαινόμενα — атмосферные явления
;
~ λίθος — метеорит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
метеорный
? —
μετεωρικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μετεωρικός
? — метеорный
#
(ново)греческий словарь
—
πάγωμα
—
στιλέτο
—
κλωστοβιομηχανία
—
ακροσίδηρος
—
Χούνη
—
νάξιος
—
λυγμός
—
αποκαπνίζω
—
απολησμονημένος
—
τσοπαναριό
—
ημεροδείκτης
—
φλομώνω
—
θερμόλουτρο
—
πλευριτώνομαι
—
σφράγισμα
—
αρτόκρεας
—
σουβλισμένος
—
μπογάζι
—
κλιμάκωση
—
ονειροπόλημα
—
κλειστοφοβία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве