|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσβάσιμος? — — τζίτζερ — πολυτάλαντος — μικρολογία — απλαστικός — μυθιστοριογράφος — λογάς — ιδιώνυμο — φράκο — πυροηλεκτρισμός — κακοστόμαχος — αικία — ωοζωοτόκος — εμβάς — απόγνωση — νομοθεσία — θαλασσόχρους — ξελαγαρίζω — προξενείο — άρδην — πευκόφυτος — πατρικός |
|||