|
το нотариальная контора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нотариальная контора? — συμβολαιογραφείο как с (ново)греческого переводится слово συμβολαιογραφείο? — нотариальная контора — κατακρημνίζω — υπεράνω — ερίνωση — προδότης — κοστάρω — εγγυημένα — σερδάρης — ατιθάσσευτος — γλυκομίλημα — υποβιβάζω — κοινωνιόλεκτος — αλπινιστής — εκδοχεύς — σχοινιοειδής — κασιδιάζω — καμπούριασμα — μπεϊοπούλα — ανδρικά — υαλογραφικός — θερμοφόρα — κερασόχρους |
|||