Новогреческий словарь
γλυκοπικρογίνομαι
γλυκοπικρογίνομαι
:
τί μού ~εσαι; — шутл. [phrase]как твоё «ничего себе»?, как твоё житьё-бытьё?[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γλυκοπικρογίνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φλακή
—
θαυμαστικός
—
λουτροφόρος
—
κλοτσοσκούφι
—
αρμόνικα
—
αμφικολύπτω
—
ανάβολος
—
ποιμεναρχία
—
στενογράφος
—
νταβάνι
—
αβόγγητος
—
ξαγκιστρώνω
—
αναβλητικά
—
τζέντλεμαν
—
χάραμα
—
ξανοστεύω
—
παντοτεινός
—
ψυχώνω
—
πεύκος
—
τετραμηνία
—
οιστρογονοθεραπεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве