Новогреческий словарь
δευτερότητα
δευτερότητα
η 1)
вторичность
;
2)
второсортность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вторичность
? —
δευτερότητα
как на
(ново)греческом
будет слово
второсортность
? —
δευτερότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
δευτερότητα
? — вторичность, второсортность
#
(ново)греческий словарь
—
φωναχτός
—
άνεση
—
αχύλωτος
—
βιομηχανοποιώ
—
φροντιστής
—
σαββατιανός
—
προγονός
—
εμπλοκή
—
ενενηντάρης
—
διατηρήσιμος
—
περιμένω
—
καταναγκάζω
—
ασύνδετον
—
ξεφλουδίζω
—
ανώγειο
—
θερμοηλεκτροπαραγωγικός
—
προμηθεύω
—
τελετουργικά
—
λιθοκόπος
—
ξεμυάλισμα
—
αμερικανιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве