|
η 1) вторичность; 2) второсортность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вторичность? — δευτερότητα как на (ново)греческом будет слово второсортность? — δευτερότητα как с (ново)греческого переводится слово δευτερότητα? — вторичность, второсортность — ανθότοπος — εβδομηκοντάκις — τοπωνυμικός — καμπάνια — αυτοαγωγή — εξτρεμίστρια — αρωματοποιός — λεμφοκυτταροπενία — λημεριάζω — μοναχικός — ξεψαχνίζω — μισοστρατίς — γαλακτισμός — ανακλώμαι — τρουλαίος — εννεύρωσις — φιλλανδικός — μητροκτόνος — απερήμωση — απανεμιάζω — ηγέρθην |
|||