|
1) неповторённый; 2) не вздвоённый (о пашне) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неповторённый? — αδευτέρωτος как на (ново)греческом будет слово не вздвоённый? — αδευτέρωτος как с (ново)греческого переводится слово αδευτέρωτος? — неповторённый, не вздвоённый — φασιστοειδές — ανταγαπώ — επικράτεια — χαλίνωμα — βενθοπελαγικός — ολοφάνερος — κλεφτοκοτάς — αγκυροβόλι — σινάπισμα — σχάση — φιόγκος — θορυβούμαι — παρασούσουμος — απομεσήμερο — νεραϊδόπουλο — παράθεση — λεπταίνω — αποσπέρνω — ελευθκριάζω — πιθανολογία — τρελοπαρέα |
|||