|
(-εως) η выравнивание, выпрямление #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выравнивание? — εύθυνση как на (ново)греческом будет слово выпрямление? — εύθυνση как с (ново)греческого переводится слово εύθυνση? — выравнивание, выпрямление — τμητός — οστέωμα — ιερομηνία — διηλεκτρικός — αλυφαντής — έμπειρα — κολποειδής — ζώνομαι — αιμοκαλλιέργεια — αδιάντροπα — γριλλώνω — δονητής — ρουσφετολόγος — συνασπιστικός — τεφρό- — αναπτύσσω — αιτιατό — πειραματίζομαι — βαλλιπέδιον — γουλίζω — εκατόν |
|||