Новогреческий словарь
εμάνην
εμάνην
αόρ. от μαίνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμάνην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κατεσκληκώς
—
κρασοκανάτας
—
αντικαταθλιπτικός
—
άζωος
—
διαβολόψειρα
—
αντιμεταθετικός
—
βρεφοστάθμη
—
χρυσοΰφαντος
—
ρευστό
—
καλησπέρα
—
μηνυτήριος
—
κρεατοχορτόσουπα
—
αποπέρα
—
αγριοκοίταγμα
—
καρποκτησία
—
εκθαμβώνω
—
κούτελο
—
ξανακτίζω
—
μηχανώμαι
—
μικρύνω
—
σαρκώδης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве